Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Η αντιμετώπιση της ανεργίας


ΑΝΕΣΤΗΣ ΤΑΡΠΑΓΚΟΣ
Θεσσαλονίκη – Ιανουάριος 2013

Η σπουδαιότητα του κοινωνικού ζητήματος των ανέργων

Πρωταρχικό οικονομικό ζήτημα που έχει προκύψει σήμερα στην ελληνική κοινωνία είναι το υπερμεγέθες ποσοστό της ανεργίας, που έχει προέλθει από δύο παράγοντες :
Αφενός από την λειτουργία των εκκαθαριστικών μηχανισμών της κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου , δηλαδή την μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, κεφαλαίου και εργασίας, μέσα από το κλείσιμο επιχειρήσεων όσο και την μείωση της οικονομικής δραστηριότητας των υπολοίπων. – Αφετέρου από την άσκηση της τριετούς μνημονιακής πολιτικής, που ακριβώς συρρικνώνοντας τους μισθούς και τις συντάξεις της μισθωτής εργασίας και περικόπτοντας τις κοινωνικές και επενδυτικές δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού, έχει επιφέρει την κατακόρυφη μείωση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών νοικοκυριών και την ραγδαία πτώση της λαϊκής κατανάλωσης. Έτσι το ποσοστό της ανεργίας από το 7,5% που ήταν στην αρχή του 2008, έχει εκτιναχθεί στο 26% με το τέλος του 2012 (1.265.000 άνεργοι), και με την συνεχιζόμενη ύφεση του 2013, προβλέπεται να προσεγγίσει το όριο του 30% και για αριθμό ανέργων που θα φτάνει το 1.500.000 άτομα. Αυτά τα δεδομένα καταδεικνύουν και τη διάβαση του κρίσιμου ορίου λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή το ότι οι μη ενεργοί μαζί με τους ανέργους (3.388.100 + 1.265.000 = 4.653.100) ξεπερνούν κατά 991.900 τους απασχολουμένους (3.661.200).
          Έχουμε ήδη αναφερθεί την προηγούμενη πενταετία από τις στήλες της «Αυγής» όσο και της «Εποχής» σ’ αυτό το μείζον και πρωταρχικό ζήτημα της μαζικής και σταθεροποιημένης ανεργίας με μια ορισμένη αρθρογραφία, επισημαίνοντας ιδιαίτερα, πέραν των άλλων , και τον ρόλο της παραλυτικής επίδρασης αυτού του εφεδρικού στρατού των ανέργων επί της ενεργού εργασίας, που κατ’ επανάληψη έχει υπογραμμίσει η επιστημονική μαρξιστική σκέψη. Ενδεικτικό το γεγονός ότι στην δεκαετία του 1980 όπου έπνεε ο άνεμος της «σοσιαλδημοκρατικής αλλαγής» και το ποσοστό ανεργίας βρίσκονταν στο όριο της «ανεργίας τριβής» του 4%, το ποσοστό συνδικαλιστικής πυκνότητας στον ιδιωτικό τομέα είχε εκτιναχθεί σε επίπεδα άνω του 30%, ενώ στην σημερινή περίοδο με ποσοστό ανεργίας που τείνει να σκαρφαλώσει στο 30%, η αντίστοιχη συνδικαλιστική πυκνότητα έχει κατέλθει σχεδόν στο 5%.

Μια αντιμετώπιση της ανεργίας με προβληματικούς όρους
          Επόμενο είναι άρα η αντιμετώπιση των ανέργων και της ανεργίας, δύο ζητήματα πραγματικά μεθοδολογικά ξεχωριστά, να τίθεται ως πρωταρχική προτεραιότητα μιας αριστερής διακυβέρνησης στην οποία προσβλέπει η σημερινή Ριζοσπαστική Αριστερά, πράγμα που εύστοχα τίθεται στην σχετική ανάλυση του σ. Χ. Λάσκου στο σχετικό πρόσφατο άρθρο του στην «Αυγή» (20-1-2013), ως αναγκαίο μέτρο για την κατάκτηση με υλικούς όρους της πολιτικής «ηγεμονίας» και της αριστερής νομιμοποίησης, καθώς και για την ίδια την ανάταξη του ταξικού και αγωνιστικού εργατικού κινήματος, συμπληρώνουμε εμείς. Έτσι, προκρίνεται η άμεση διασφάλιση ενός «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» στους ανέργους, μέχρις του σημείου που στα επόμενα χρόνια, μέσα από τις σχετικές «νομοθετικές πρωτοβουλίες και δομές χρηματοδότησης», να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της ανεργίας αυτό καθεαυτό. Αυτό παρουσιάζεται άμεσα εφικτό με «απλές» δημοσιονομικές κινήσεις, που όπως ισχυρίζεται είναι ο μηδενισμός (;) των στρατιωτικών δαπανών ή και των πληρωμών προς ορισμένους μεγάλους προμηθευτές (;) του ελληνικού δημοσίου, πράγμα που θα αποφέρει αυτόματα 5 δισεκ. ευρώ για την πληρωμή αυτού του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» στους σημερινούς ανέργους.
          Κατ’ αρχήν, το ετήσιο κόστος για την εξασφάλιση «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» για το σύνολο των ανέργων, και με δεδομένο το μέγεθος της ανεργίας (1.500.000), την καταβολή του επί δώδεκα μήνες τον χρόνο, και εφόσον αυτό ανέρχεται ενδεικτικά στο ύψος του κατώτατου μισθού της ΕΓΣΣΕ πριν την ψήφιση του 2ου μνημονίου (750 ευρώ), φτάνει, συνυπολογίζοντας και τα όποια διοικητικά διαχειριστικά έξοδα, τα 15 δισεκ. ευρώ, μέγεθος τριπλάσιο αυτού που υπολογίζεται με τρόπο εντελώς «απλοποιημένο» και εσφαλμένο. Αν υπολογισθεί αυτό το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» με βάση τους ετήσια διατιθέμενους πόρους των 5 δισεκ. ευρώ, τότε γίνεται λόγος για μηνιαίο εισόδημα 250 ευρώ, πράγμα που είναι απαράδεκτο. Κατά συνέπεια, η πολιτική αναγκαιότητα για την κοινωνική προστασία των ανέργων, ως ένα από τα πρώτα μέτρα μιας αριστερής διακυβέρνησης, είναι πασιφανής και επιτακτική, εντούτοις όμως η χρηματοδοτική του κάλυψη απαιτεί ποσό τριπλάσιο των 5 δισεκ. ευρώ ετησίως.
          Από την άλλη πλευρά, κι’ αυτά ακόμη τα 5 δισεκ. ευρώ που υπολογίζεται να καλυφθούν από τον μηδενισμό των εξοπλιστικών προγραμμάτων ή την μη-πληρωμή προς προμηθευτές του ελληνικού δημοσίου, είναι εντελώς ανεδαφική. Το ελληνικό κράτος σήμερα, και παρά τον αποδεκατισμό του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, είναι στοιχειωδώς υποχρεωμένο να κάνει τις ελάχιστες κοινωνικά προμήθειες που πραγματοποιεί : Προμήθεια φαρμάκων και ιατρικού εξοπλισμού για το νοσηλευτικό σύστημα, έντυπου υλικού για τα εκπαιδευτικά βιβλία, βασικά δημόσια έργα τουλάχιστον συντήρησης των παντοειδών κοινωφελών δικτύων, κλπ. Συνεπώς δεν μπορεί να διακόπτει τις κοινωνικές αυτές δαπάνες, που είναι ούτως ή άλλως εξαιρετικά περιορισμένες, προκειμένου να εξοικονομήσει πόρους για την κοινωνική προστασία της ανεργίας, χωρίς τον κίνδυνο να αφήσει τα νοσοκομεία χωρίς φαρμακευτικό υλικό, ή τα εκπαιδευτικά ιδρύματα χωρίς εξοπλισμό σε βιβλία κλπ.
          Τέλος, ο μηδενισμός των στρατιωτικών δαπανών, και μάλιστα σε μια περίοδο σαν την σημερινή όπου οι ισορροπίες  τρόμου στην Ανατολική Μεσόγειο είναι εξαιρετικά εύθραυστες, και μάλιστα με μια κυβέρνηση της Αριστεράς ακόμη περισσότερο, είναι τουλάχιστον ανυπόστατος. Άλλο είναι το ζήτημα της εξουδετέρωσης του κατασταλτικού ρόλου των ένοπλων κρατικών μηχανισμών (εκδημοκρατισμός τους και λαϊκός τους έλεγχος), κι’ άλλη η κατάργηση του αμυντικού συστήματος μιας χώρας, μέσα στον σημερινό συσχετισμό των δυνάμεων. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι μια αριστερή διακυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει πρόσθετες απειλές προερχόμενες από ποικίλα κέντρα (ευρωπαϊκά και υπερατλαντικά), που είτε θα επιδιώκουν την δημιουργία «θερμών» επεισοδίων, είτε θα πιέζουν αφόρητα και χωρίς ενδοιασμούς, και μάλιστα και με στρατιωτικούς όρους, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο μηδενισμός των εξοπλιστικών προγραμμάτων δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μέσα στα στρατηγικά πλαίσια ενός συστήματος συλλογικής ασφαλείας (π.χ. μιας ενοποιημένης ευρωπαϊκής ηπείρου με δημοκρατικούς, ειρηνικούς και προοδευτικούς όρους, πράγμα που αντιπροσωπεύει μια στρατηγική μελλοντική προοπτική, κι’ όχι μια άμεση δυνατότητα).

Πέρα από δημοσιονομικούς «εξορθολογισμούς» και «τεχνάσματα»
          Προκύπτει κατά συνέπεια ότι είναι χρήσιμο, αναγκαίο και επιθυμητό να επικαλούμαστε την άμεση λήψη αριστερών κυβερνητικών μέτρων για την ανακούφιση των ανέργων, την στήριξη των κοινωνικών ασφαλιστικών ταμείων, την αποκατάσταση των λαϊκών μισθών και συντάξεων, την δρομολόγηση ενός εκτεταμένου ΠΔΕ κλπ., με την όρο όμως να προσδιορίζουμε τις πηγές χρηματοδότησής τους, πράγμα που δεν μπορεί να γίνεται με τέτοιου είδους «εξορθολογιστικών τρυκ», αλλά μόνον μέσα από την αλλαγή του ταξικού συσχετισμού των δυνάμεων. Άρα η χρηματοδότηση της ικανοποίησης όλων αυτών των εκρηκτικά αναγκαίων κοινωνικών αναγκών, χρειάζεται να θέτει στο επίκεντρό της την ίδια την καπιταλιστική οικονομία και τους όρους λειτουργίας της κοινωνικής παραγωγής. Αυτό ακριβώς που κάνει η σημερινή πολιτική των μνημονίων από την σκοπιά των συμφερόντων της αστικής τάξης να γίνεται με τους ταξικούς όρους της μισθωτής εργασίας και των λαϊκών εργαζομένων στρωμάτων, με πρωταρχική βέβαια προϋπόθεση (χωρίς να είναι και η επαρκής συνθήκη) της απαλλαγής από τον βρόγχο του δημοσίου χρέους και της πληρωμής των εξοντωτικών τόκων και χρεολυσίων.
          Σ’ αυτή την περίπτωση προβάλλει άρα η αναγκαιότητα δραστικής φορολόγησης του κεφαλαίου (το σύνθημα «να πληρώσουν οι πλούσιοι»). Ωστόσο μια τέτοια αριστερή πολιτική κατεύθυνση, στην σημερινή περίοδο βαθύτατης κρίσης καπιταλιστικής υπερσυσσώρευσης, όσο κι’ αν είναι επιβεβλημένη, έχει περιορισμένα αποτελέσματα. Κι’ αυτό γιατί το σύνολο των 22.376 επιχειρήσεων που εκδίδουν ισολογισμούς, εμφανίζει ζημίες συνολικά -7,6 δισεκ. ευρώ για το 2011, ενώ μόνον οι 10.468 από αυτές παρουσιάζουν κερδοφορία, σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, με τις 200 μεγαλύτερες μεταξύ αυτών να κατορθώνουν να εμφανίζουν κέρδη +3,2 δισεκ. ευρώ για το 2011. Συνεπώς η αναγκαία φορολόγηση αυτών των επιχειρηματικών αποτελεσμάτων (πρωτίστως ζημιών και δευτερευόντως κερδών) δεν θα απέφερε παρά πολύ περιορισμένους κοινωνικούς πόρους, που δεν θα επαρκούσαν ούτε για την στήριξη των ασφαλιστικών ταμείων που βρίσκονται σε διαδικασία κατάρρευσης. Μια τέτοια πολιτική θα είχε αποτελεσματικότητα την προηγούμενη περίοδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης (λ.χ. 1996 – 2008), όπου η κερδοφορία των επιχειρήσεων, τραπεζών κλπ. βρίσκονταν σε εξαπλάσια επίπεδα.
          Τέλος η ίδια η φορολόγηση της «περιουσίας των πλουσίων» σήμερα περιλαμβάνει τις καταθέσεις των κεφαλαίων που «λιμνάζουν» σε τραπεζικά ιδρύματα, πράγμα όμως που είναι αμφιβόλου και σε κάθε περίπτωση χαμηλής, αποτελεσματικότητας, σύλληψης ή ακόμη και δήμευσης, με τα μέτρα «φυγάδευσης κεφαλαίων» που έχουν παρθεί την τελευταία πενταετία της καπιταλιστικής κρίσης. Το μόνο που μένει από την άποψη της καπιταλιστικής «περιουσίας» είναι τα καθαρά πάγια των επιχειρήσεων (174,5 δισεκ. ευρώ), τα οποία βεβαίως δεν μπορούν να ρευστοποιηθούν και να μετατραπούν σε κοινωνικές παροχές, γιατί αντιπροσωπεύουν τα αναγκαία κεφάλαια που χρειάζονται για την πραγματοποίηση της κοινωνικής παραγωγής. Συνεπώς μόνον η κοινωνικοποίηση αυτών των παγίων κεφαλαίων, και η δρομολόγηση μιας εντατικής οικονομικής, με κοινωνικά χαρακτηριστικά, οικονομικής ανάπτυξης μπορεί να προσαυξήσει την συνολικά προστιθέμενη αξία και να εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους για την χρηματοδότηση των τεράστιων κοινωνικών αναγκών που έχει δημιουργήσει ο όλεθρος και η καταστροφή της τελευταίας πενταετίας. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται προφανώς σοσιαλισμός και η άμεση αναγκαιότητά της υποδηλώνει την επικαιρότητά του.           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ σημειώστε το σχόλιο σας