Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

Χαιρετισμός του Αλέξη Τσίπρα στην εκδήλωση παρουσίασης βιβλίων των Γκράμσι και Αξελού

Ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε στην εκδήλωση παρουσίασης βιβλίων του Αντόνιο Γκράμσι «Για την αλήθεια ή για το να λέμε την αλήθεια στην πολιτική» και του Λουκά Αξελού «Ξαναδιαβάζοντας τον Γκράμσι», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Στοχαστής.

Η προσπάθεια να εκδοθεί και να διαβαστεί ο Γκράμσι ξεκίνησε στην Ελλάδα περίπου προς το τέλος της δικτατορίας. Συνεπώς, σε μια περίοδο όπου ο Γκράμσι ήταν απαγορευμένος στην Ελλάδα. Η μετάφραση έγινε από πολιτικούς κρατούμενους. 
Παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο ίδιος έγραψε το μεγαλύτερο κομμάτι του έργου του στην φυλακή, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να αναλογιστούμε ότι ο Γκράμσι εισάγεται στον ελληνικό χώρο ιδεών ως διωκόμενος που μεταφράστηκε από διωκόμενους και εκδόθηκε από διωκόμενους για να διαβαστεί από διωκόμενους.

Το γεγονός ότι η προσπάθεια του Λουκά Αξελού συνεχίζεται μέχρι σήμερα, είναι κάτι για το οποίο πρέπει να χαιρετήσουμε τον εκδότη. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και κάτι για το οποίο πρέπει να χαιρετήσουμε και τον ίδιο τον Γκράμσι, που οι ιδέες του παρά τα χρόνια που πέρασαν, εξακολουθούν να κεντρίζουν το θεωρητικό μας ενδιαφέρον με την οξυδέρκεια και την καθαρότητα της σκέψης του. 

Κανονικά ένας χαιρετισμός σαν και αυτόν θα έπρεπε να αποσκοπεί στο να φέρει τον Γκράμσι στα μέτρα και τα σταθμά της σημερινής μας πολιτικής – έτσι ώστε αποδεικνύοντας πόσο επίκαιρος είναι ο Γκράμσι, να υποδηλώνουμε ταυτόχρονα πόσο στέρεη και θεωρητικά θεμελιωμένη είναι η σημερινή μας πολιτική. Δεν είναι σωστό να το κάνουμε, γιατί θα υποτιμούσαμε το υπ.αρ 1 εργαλείο του Γκράμσι που είναι η κριτική σκέψη. 

Γι’ αυτό θα είναι πολύ περισσότερο ουσιώδες και αντίστοιχο του σεβασμού που απαιτεί το έργο του Γκράμσι να προσπαθήσουμε να κάνουμε το ανάποδο. Δηλαδή να αναρωτηθούμε καταρχήν αν σκεφτόμαστε «γκραμσιανά» και ακολούθως να συνειδητοποιήσουμε πόσο δημιουργικό και παραγωγικό θα ήταν να σκεφτόμαστε έτσι. Και αυτό γιατί η σκέψη του Γκράμσι δεν είναι ένας τυφλοσούρτης, ένα λυσάρι, σαν αυτά που είχαμε μικροί και βλέπαμε τις απαντήσεις στα προβλήματα. Η σκέψη του Γκράμσι είναι η μεθοδολογία για να οδηγηθείς στη λύση και όχι η λύση. Υπό αυτή την έννοια σου ανοίγει το μυαλό και τη σκέψη. 

Ο Κώστας ο Φιλίνης, ένας από τους μεταφραστές του Γκράμσι σε συνθήκες φυλακής, αναφέρει ότι η κυκλοφορία των μεταφρασμένων χειρογράφων ανάμεσα στους φυλακισμένους προκαλούσε εξαιρετικά γόνιμες συζητήσεις και θεωρητικές επεξεργασίες, ανάμεσα στους φυλακισμένους συντρόφους. Νομίζω ότι αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο ατού του να διαβάζεις Γκράμσι. Ότι σε παρακινεί για γόνιμες σκέψεις και συζητήσεις. 
Πολλές από τις θεωρητικές επεξεργασίες του Γκράμσι, όπως το ζήτημα της ηγεμονίας ή η ανάλυση για τους οργανικούς διανοούμενους, έχουν ενσωματωθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο θεωρητικό μας υπόβαθρο. Και σήμερα τα θεωρούμε σχεδόν a priori κτήμα της θεωρητικής μας ανάλυσης.

Ο Γκράμσι, όμως, δεν είναι ξεχωριστός για αυτό. Είναι ξεχωριστός, γιατί αν και επαγγελματίας επαναστάτης, ξέφυγε από τη σφαίρα της παραγωγής και των παραγωγικών σχέσεων, και προσέγγισε το πρόβλημα του εποικοδομήματος. Ασχολήθηκε, δηλαδή, με το ζήτημα της κυριαρχίας στο χώρο της ιστορίας, της κουλτούρας, στο χώρο της ηθικής, της αισθητικής. 

Αν και επαγγελματίας επαναστάτης, και μάλιστα φυλακισμένος για τον λόγο αυτόν, εμφανίζει στα γραπτά του μια φυσική απέχθεια για τον δογματισμό και τον μονολιθισμό. Ο Γκράμσι πήρε την επαναστατική θεωρία πέρα από τα τσιτάτα, την ανέβασε σε ένα υψηλότερο επίπεδο πολιτισμικής σφαίρας, και την μπόλιασε με ανθρώπινες αξίες. 
Η ουσία της γκραμσιανής ανάλυσης είναι ότι οι παραγωγικές σχέσεις και οι παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι τα μοναδικά στοιχεία ερμηνείας των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Οι σχέσεις εξουσίας είναι πολύ πιο σύνθετες, και με εξ ίσου σύνθετο τρόπο σκέψης οφείλουμε να τις αναλύουμε. 

Επομένως, στο ερώτημα κάτω από ποιες συνθήκες θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τα πράγματα, ο Γκράμσι προχωράει πιο πέρα από την ανάλυση του Μαρξ θέτοντας το ζήτημα της ηγεμονίας. Δηλαδή, το πως οι δυνάμεις της κοινωνικής απελευθέρωσης θα συγκροτήσουν ένα ευρύ συνασπισμό, με συνεκτικό στοιχείο την υπεροχή τους σε πολιτικό, ιδεολογικό και ηθικό επίπεδο. 
Και αυτό είναι ένα εξαιρετικά επίκαιρο θέμα σήμερα, όπου αναζητούμε την μορφή ενός συνασπισμού εξουσίας ο οποίος θα αναμετρηθεί με το Μνημόνιο και τους συσχετισμούς δύναμης. 

Ο Γκράμσι μας μαθαίνει ότι ο αντίπαλος δεν υπερέχει μόνο επειδή ελέγχει τα μέσα παραγωγής, αλλά επειδή ελέγχει τα μυαλά και τις συνειδήσεις των καταπιεσμένων, επειδή μπορεί να χειραγωγεί προς το δικό του συμφέρον τον φόβο, την ανασφάλεια ή ακόμα και την απάθειά τους. 

Για να νικήσεις και να αποσπάσεις αυτόν τον κόσμο δεν αρκεί να έχεις δίκιο. Πρέπει να έχεις την ηγεμονία. Ή, με άλλα λόγια, η εμπιστοσύνη των καταπιεσμένων προς εμάς δεν είναι δεδομένη. Αν θέλουμε να νικήσουμε οφείλουμε να την κερδίσουμε. 
Υπό αυτή την έννοια, ο Γκράμσι,  αμφισβητώντας ανοιχτά την επαναστατική αυτάρκεια και την ιδεολογική καθαρότητα που συγκαλύπτει θεωρητικές και πρακτικές ανεπάρκειες, μας υποδεικνύει να είμαστε σοβαροί με τον εαυτό μας, να εστιάζουμε στις αδυναμίες μας και να μπαίνουμε βαθειά στην ουσία των πραγμάτων, πράγμα που είναι πολύ πιο εύκολο να το εξαγγέλλουμε, παρά να το κάνουμε στ’ αλήθεια. Αλλά που αν δεν το κάνουμε στα αλήθεια, δεν θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στον ιστορικό μας ρόλο, στην απαίτηση για αλλαγή και ανατροπή των σημερινών καταπιεστικών σχέσεων. 

Ακόμα παραπέρα, ο Γκράμσι συνδέει τον σοσιαλισμό με το όραμα μιας κοινωνίας με ένα ανώτερο επίπεδο πολιτισμού και κουλτούρας, χωρίς το οποίο είναι αδύνατο να υπάρξει. 
Και αυτό το επίπεδο, πριν διαχυθεί στην κοινωνία το αναζητά πρώτα απ’ όλα μέσα στο ίδιο στο κόμμα, το οποίο δεν το περιγράφει ως μηχανισμό σύγκρουσης με τον αντίπαλο. Αλλά ως έναν χώρο απελευθέρωσης για την πρωτοβουλία, το μυαλό και την θέληση των ανθρώπων, καθώς και ως έναν αυτόνομο χώρο παραγωγής σκέψης, πολιτικής δράσης και κουλτούρας. Αυτές τις κουβέντες οφείλουμε να τις σκεφτούμε πολύ σοβαρά και να τις προστατεύσουμε από το να γίνουν ρητορικές γενικούρες στα εσωκομματικά κείμενα. 
Το ότι πρέπει να είμαστε και λειτουργούμε όπως θέλουμε να λειτουργεί αύριο όλη η κοινωνία, είναι μια σκέψη που τους περισσότερους μας προβληματίζει πολύ. 
Το να κρυβόμαστε από τα δύσκολα δεν μας βοηθάει. Αυτό που μας λέει ο Γκράμσι είναι να ανεβάζουμε, συνεχώς τον πήχη. 

Γιατί είναι εύλογο το ερώτημα: Πώς θα αλλάξουμε την κοινωνία, αν πρώτα δεν αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι;
Ας έχουμε, λοιπόν, πάντα στο νου μας ότι ο ιστορικός ρόλος της Αριστεράς είναι να διευρύνει τους ορίζοντες της κοινωνίας και όχι να τους περιορίζει. Και ότι η απαισιοδοξία της σκέψης, ακόμα και στους πιο μαύρους καιρούς σαν και αυτούς που ζούμε σήμερα, μπορεί να αντισταθμισθεί από την αισιοδοξία της βούλησης. 
Και, κυρίως, ότι για να βρεις τη δύναμη να προχωράς συνεχώς παραπέρα και να κατακτάς έδαφος, πρέπει να είσαι εξοπλισμένος όχι μόνο με πείσμα και θέληση, αλλά και με κρίση. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ σημειώστε το σχόλιο σας